Μετάβαση στο περιεχόμενο

μονομιάς

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
  • από τη φράση μόνο μιας < με μιας (με τη μία)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

μονομιάς (τροπικό)

η ατμόσφαιρα άλλαξε μονομιάς
  • με μια κίνηση
τα κατέστρεψε όλα μονομιάς

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]