μουμιοποιούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μουμιοποιούμαι, παθητική φωνή του μουμιοποιώ

μουμιοποιούμαι

→ δείτε τη λέξη μουμιοποιώ