να σε πάρει και να σε σηκώσει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

< → δείτε τις λέξεις πάρει και σηκώσει

Έκφραση[επεξεργασία]

να σε πάρει και να σε σηκώσει

  • (υβριστικό) απευθύνεται υβριστικά σε πρόσωπο επιζητώντας να πάθει κακό παίρνοντάς τον ο διάβολος

Συνώνυμα[επεξεργασία]

  • που να σε πάρει και να σε σηκώσει!

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]