να σε πάρει και να σε σηκώσει
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
να σε πάρει και να σε σηκώσει
- (υβριστικό) απευθύνεται υβριστικά σε πρόσωπο επιζητώντας να πάθει κακό παίρνοντάς τον ο διάβολος
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- που να σε πάρει και να σε σηκώσει!
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
να σε πάρει και να σε σηκώσει
|