νεκραναστήσει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

νεκραναστήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος νεκρανασταίνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος νεκρανασταίνω
  3. θα νεκραναστήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος νεκρανασταίνω