οριοθετούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οριοθετούμαι, παθητική φωνή του οριοθετώ

Ρήμα[επεξεργασία]

οριοθετούμαι

→ δείτε τη λέξη οριοθετώ