παρασπονδήσουν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

παρασπονδήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος παρασπονδώ
  2. θα παρασπονδήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος παρασπονδώ