πλαστοπροσωπώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πλαστοπροσωπώ < πλαστοπροσωπία +

Ρήμα[επεξεργασία]

πλαστοπροσωπώ

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]