προμετωπιαίο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
προμετωπιαίο
- προμετωπιαίος, στην αιτιατική του ενικού
προμετωπιαίο, ουδέτερο του προμετωπιαίος
- στην ονομαστική του ενικού
- στην αιτιατική του ενικού
- στην κλητική του ενικού