πτολεμαϊκά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πτολεμαϊκά < Πτολεμαῖος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πτολεμαϊκά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
  • τα νομίσματα που κόπηκαν και κυκλοφόρησαν από τους Πτολεμαίους