συδαυλίσω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

συδαυλίσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος συδαυλίζω
  2. θα συδαυλίσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος συδαυλίζω