συμπαραθέτω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

συμπαραθέτω

  • τοποθετώ δίπλα δίπλα
    • συνδέω διπλανά εξαρτήματα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]