τανζιμάτ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τανζιμάτ < τανζιμάτ στην οθωμανική διάλεκτο σημαίνει αναδιοργάνωση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τανζιμάτ ουδέτερο άκλιτο

  • μια σειρά από μεταρρυθμίσεις με στόχο την αναδιοργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε επίπεδο διοίκησης, οικονομίας και σχέσεών της με τους υπηκόους της, στο διάστημα 1839-1876

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]