υποδεχτούν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
υποδεχτούν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος υποδέχομαι
- θα υποδεχτούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος υποδέχομαι