Μετάβαση στο περιεχόμενο

χερσαίοι

Από Βικιλεξικό

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

χερσαίοι

  1. χερσαίος, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. χερσαίος, στην κλητική του πληθυντικού