аутопортрет
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]аутопортрет (sr) (λατινική γραφή: autoportret) αρσενικό
- το αυτοπορτρέτο
аутопортрет (sr) (λατινική γραφή: autoportret) αρσενικό