гапы
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αζεριανά (az)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]гапы (az)
- η πόρτα
Κλίση
[επεξεργασία]κλίση του гапы
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | гапы | гапылар |
αιτιατική | гапыны | гапылары |
δοτική | гапыја | гапылара |
τοπική | гапыда | гапыларда |
αφαιρετική | гапыдан | гапылардан |
γενική | гапынын | гапыларын |