лекар
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]лекар (bg)
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]лекар (sr) (λατινική γραφή: lekar) αρσενικό
- ο γιατρός
лекар (bg)
лекар (sr) (λατινική γραφή: lekar) αρσενικό