בצל
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εβραϊκά
(he)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
בצל
(he)
(
batsál
)
αρσενικό
(
λαχανικό
)
κρεμμύδι
Κατηγορίες
:
Εβραϊκή γλώσσα
Ουσιαστικά (εβραϊκά)
Λαχανικά (εβραϊκά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
Čeština
English
Esperanto
Español
Eesti
Suomi
Français
עברית
Magyar
日本語
ಕನ್ನಡ
Кыргызча
Polski
Русский
Svenska
Тоҷикӣ
Türkçe
Oʻzbekcha/ўзбекча