מגושם

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εβραϊκά (he)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

מגושם (he) (megushám) αρσενικό