ἀπελθέτω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

ἀπελθέτω

  • γ΄ πρόσωπο ενικού στην προστακτική β΄ αορίστου του ρήματος ἀπέρχομαι
→ δείτε τη λέξη  ἀπέρχομαι