ἱερουργία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἱερουργία < ἱερουργέω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἱερουργία

  1. θρησκευτική τελετή
  2. θυσία προς θεό, ή θεούς
  3. οποιαδήποτε θρησκευτική λειτουργία