Kontrolle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Kontrolle (de) θηλυκό
- ο έλεγχος
- ↪ die Kontrolle ist sehr streng - ο έλεγχος είναι πολύ αυστηρός