Konzertsaal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kɔnˈtsɛʁtˌzaːl/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Konzertsaal (de) αρσενικό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- Konzertsaal - Duden online.