Luxemburgisch

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: luxemburgisch

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Luxemburgisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό