Türkin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Türkin (de) θηλυκό (αρσενικό Türke)

  • Lua error in Module:labels at line 89: attempt to index field '?' (a nil value). Τουρκάλα