Μετάβαση στο περιεχόμενο

abnegaciata

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

abnegaciata (eo)

  • ενεστώτας της επιθετικής παθητικής μετοχής του ρήματος abnegacii