akıl

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

akıl (tr)

  • μυαλό (εγκέφαλος, νους, σκέψη, μνήμη)