anderthalb
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
anderthalb (de)
- ich bin seit anderthalb Stunden auf - έχω ξυπνήσει εδώ και μιάμιση ώρα
anderthalb (de)