berilio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλικιανά (gl) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
berilio (gl)
- το βηρύλλιο
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
berilio (eo)
- το βηρύλλιο
Ίντο (io) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
berilio (io)
- το βηρύλλιο
Ισπανικά (es) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
berilio (es)
- το βηρύλλιο