Μετάβαση στο περιεχόμενο

conteur

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

conteur (fr)

Le conteur a raconté un beau conte : ο διηγητής διηγήθηκε μια ωραία ιστορία.

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]

compteur

Συγγενικά

[επεξεργασία]

conte