copia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
copia (la) θηλυκό
- η αφθονία
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- copiae, με διαφορετική έννοια
Ρουμανικά (ro) [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
copia (ro)