dağcılık

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

dağcılık < dağcı (αλπινιστής) + -lık

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

dağcılık (tr)

Συγγενικά[επεξεργασία]