daha
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
daha (tr)
- περισσότερο, πιο
- daha güzel - πιο όμορφη, ομορφότερη
- ακόμα (επιπλέον)
- bir şans daha - ακόμα μια ευκαιρία