Μετάβαση στο περιεχόμενο

fariĝis

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

fariĝis (eo)

  • αόριστος του ρήματος fariĝi

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]