genero
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
genero (it)
- γαμπρός ("ο αρσενικός σύζυγος του παιδιού μου")