incertidumbre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
incertidumbre < in- + certidumbre

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /inθeɾtiˈdumbɾe/ (Ισπανία)
ΔΦΑ : /inseɾtiˈdumbɾe/ (Λατινική Αμερική)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

incertidumbre (es) θηλυκό