Μετάβαση στο περιεχόμενο

kaŝata

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

kaŝata (eo)

  • ενεστώτας της επιθετικής παθητικής μετοχής του ρήματος kaŝi