konvikti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

konvikti < konvikt- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα konvikti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας konviktas konviktanta konviktata
αόριστος konviktis konviktinta konviktita
μέλλοντας konviktos konviktonta konviktota
υποθετική konviktus - -
προστακτική konviktu - -

konvikti (eo)