malheliĝota

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

malheliĝota

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

malheliĝota (eo)

  • μέλλοντας της επιθετικής παθητικής μετοχής του ρήματος malheliĝi