mama
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βοσνιακά (bs)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mama (bs)
Καταλανικά (ca)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mama (ca)
Παπιαμέντο (pap)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mama
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mama (pl) θηλυκό
- η μαμά