modérément
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- modérément < modéré
Επίρρημα[επεξεργασία]
modérément (fr)
- με μέτρο
modérément (fr)