océano
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλικιανά (gl)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]océano (gl)
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]océano (es) αρσενικό
Δείτε επίσης : oceano |
océano (gl)
océano (es) αρσενικό