osiem

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Αριθμητικό

[επεξεργασία]

osiem (pl)

  1. οκτώ
    w teleturnieju udział brało ośmiu panów i osiem pań - στον τηλεμαραθώνιο πήρανε μέρος οκτώ άντρες και οκτώ γυναίκες

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]