perdiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

perdiĝi < perd- + iĝi

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα perdiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας perdiĝas perdiĝanta perdiĝata
αόριστος perdiĝis perdiĝinta perdiĝita
μέλλοντας perdiĝos perdiĝonta perdiĝota
υποθετική perdiĝus - -
προστακτική perdiĝu - -

perdiĝi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

perdigxi, perdighi, perdig'i