perdiĝi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα perdiĝi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | perdiĝas | perdiĝanta | perdiĝata |
αόριστος | perdiĝis | perdiĝinta | perdiĝita |
μέλλοντας | perdiĝos | perdiĝonta | perdiĝota |
υποθετική | perdiĝus | - | - |
προστακτική | perdiĝu | - | - |
perdiĝi (eo)