pintura
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αραγονικά (an)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (an) θηλυκό
Αστουριανά (ast)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (ast) θηλυκό
Εξτρεμαδουρικά (ext)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura θηλυκό
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (es) θηλυκό
Καταλανικά (ca)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (ca)θηλυκό
Κορσικανικά (co)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (co) θηλυκό
Οξιτανικά (oc)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (oc) θηλυκό
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pintura (pt) θηλυκό
Κατηγορίες:
- Αραγονική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αραγονικά)
- Αστουριανή γλώσσα
- Ουσιαστικά (αστουριανά)
- Εξτρεμαδουρική γλώσσα
- Ουσιαστικά (εξτρεμαδουρικά)
- Ισπανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ισπανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
- Καταλανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (καταλανικά)
- Κορσικανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (κορσικανικά)
- Οξιτανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (οξιτανικά)
- Πορτογαλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (πορτογαλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αραγονικά)