pligrandiĝanta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
pligrandiĝanta
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
pligrandiĝanta (eo)
- ενεστώτας της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος pligrandiĝi
pligrandiĝanta
pligrandiĝanta (eo)