reaĉetinta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
reaĉetinta
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
reaĉetinta (eo)
- αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος reaĉeti
reaĉetinta
reaĉetinta (eo)