recido
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]recido
- συμβαίνει, απαντώ, απαντάται
- επανέρχεται κάτι
Πηγές
[επεξεργασία]- recido - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.