refreŝigita
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
refreŝigita
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
refreŝigita (eo)
- αόριστος της επιθετικής παθητικής μετοχής του ρήματος refreŝigi
refreŝigita
refreŝigita (eo)