repugno

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
repugno < re + pugno

repugno (la) (repugnō1, repugnāvī, repugnātum, repugnāre)